136. Στέλιος Χριστόπουλος: Πάρος
Μακεδονικό ΙΙ
Κι εκεί λίγο παραέξω από το
λιμάνι της Παροικιάς, σ' ένα
καφενείο με μια πορτοκαλάδα στο
τραπεζάκι εμπρός του και με τον
γυλιό τής εκστρατείας κατάχαμα
δίπλα του, είδα αραχτό τον
Αλέξανδρο που διάβαζε ήσυχος
και αμέριμνος το ρόλο του
περιμένοντας το βαπόρι.
Πιο πέρα, στο στενάκι της
εκατονταπυλιανής, ένα αγοράκι
υποσχόταν να κόψει το πιπέρι με
το μαχαίρι.
Λίγο πιο πέρα και ενώ περνούσα
έξω από το αρχαιολογικό μουσείο
(να εκεί δίπλα στο σχολείο που
είχε ξανανοίξει πλέον για τη
σχολική περίοδο '92-93),
σε αναπόλησα —τι λέω, σφήνα
μπήκες στο μυαλό μου—
και, καθώς με έπνιγε το άρωμα
του ευκαλύπτου, ένιωθα πως
έχανα κάπως την ισορροπία μου
και κοντοστάθηκα λίγο
έτσι ίσαμε να πιαστώ στην
πεζούλα και για να σου υποσχεθώ
πως εγώ δεν μπορώ
να υποκρίνομαι και πως για τούτη
τη νέα κρίση στα Βαλκάνια
αν φταίει πάλι μια γυναίκα
—πράγμα σίγουρο δηλαδή—
τότε, δεν μπορεί παρά να 'σουνα
εσύ.
Πάρος, Σεπτέμβρης 1992
από το βιβλίο Στέλιος Χριστόπουλος, Η Χαλασμένη Κλειδαριά
Εκδόσεις: Σοκόλη, 1993
*
Φωτ: flickr.com, από Mr Snail
Ετικέτες Ελλάδα 2, ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ 4, ΕΥΡΩΠΗ 4, Πάρος
<< Αρχική σελίδα