94. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος: Καντώνα (ή Γκουανγκτζόου)
Ένα άδειο κρεβάτι στην Κίνα
Αφήσαμε τη Σου Τσι Τσιν ν' αναπαυθεί, ακόμη δεν είχε νυχτώσει για καλά, πήραμε τους δρόμους, να ιδούμε κι από μόνοι μας την Καντώνα.
Είναι πάντα μια μικρή ηδονή, μπορεί και μεγάλη, άγνωστος ανάμεσα σ' αγνώστους να γυροφέρνεις μια πολιτεία. Είναι μια σμίξη περίπου ερωτική, η πρώτη σμίξη. Οι δρόμοι ξετυλίγονται ατέλειωτοι, χλιαροί και θαμποφωτισμένοι. Τα μαλακά παπούτσια από τσόχα ή κάτι παρόμοιο, αφήνουν απάνου στα πεζοδρόμια ένα λαχανιασμένο σούρσιμο, καθώς από κυνηγημένα ερπετά. Τα καταστρώματα είναι γεμάτα ποδήλατα, ρίκσας και φαρδιές ταλίκες, που τις τραβούν αποκαμωμένα άλογα ή ένα σμάρι ιδρωμένοι άνθρωποι, τρεις από δω, τρεις από κει, φορτωμένες φτηνές πραμάτιες. Άλλοτε η πιο φτηνή πραμάτια, σε τούτη την πολιτεία είταν η γυναίκα. Δεν πρόφταινε το κορίτσι να δέσει καρπό και γινόταν το λάφυρο του καθενός.
[....] Τα μαγαζιά είναι ανοιχτά, το πλήθος μπαινοβγαίνει ακαταπόνητο, έτσι σα να μην έχει σε τούτον τον κόσμο άλλον προορισμό, να μπαινοβγαίνει. Δεξόζερβα παρακλαδίζουν δρομάκια στενά, σκοτεινά, στριφογυριστά, συχνά αδιέξοδα, τα δρομάκια της αρχαίας Κίνας, όπου ο άνθρωπος χάνει τον άνθρωπο κι όλοι τον εαυτό τους.
Από τη Νέα Εστία - τχ.916
Σεπτέμβριος 1965
*
Φωτ: english.people.cn
Καντώνα (Guangzhou): o Ποταμός των Μαργαριταριών
Ετικέτες ΑΣΙΑ 1, ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ 2, Κίνα
<< Αρχική σελίδα